Πολλοί παράγοντες ενοχοποιούνται για την πρόκληση της νόσου. Ο παράγων πού σήμερα θεωρείται ως κύρια αιτία είναι το κάπνισμα που ενοχοποιείται σε πάνω από το 50% των περιπτώσεων.
Τα καρκινογόνα συστατικά του καπνού που εισπνέει ο καπνιστής αποβάλλονται με τα ούρα και έτσι επιδρούν στο βλεννογόνο της κύστης καθώς τα ούρα παραμένουν για αρκετό χρόνο στη κύστη μέχρι να αποβληθούν.
Από τις υπάρχουσες μελέτες φαίνεται πως οι καπνιστές έχουν 4 φορές περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με καρκίνο της κύστης από τούς μη καπνιστές. Ο δεύτερος αιτιολογικός παράγοντας είναι η επαγγελματική έκθεση για μεγάλο χρονικό διάστημα σε διάφορα χημικά χρώματα, αρωματικές αμίνες, ανιλίνες.
Άλλοι παράγοντες όπως η χρήση συνθετικών γλυκαντικών, η χρόνια λήψη αναλγητικών , η ακτινοθεραπεία της πυέλου, οι χρόνιες φλεγμονές της κύστης (σχιστοσωμίαση) έχουν ενοχοποιηθεί.
Η επιθετικότητα του καρκίνου της κύστης διαφέρει σημαντικά ανά περίπτωση καθώς ο καρκίνος της κύστης χωρίζεται σε δύο μεγάλες ομάδες-κατηγορίες.
- Ο μη-διηθητικός ή «επιφανειακός», είναι ο καρκίνος που εντοπίζεται στον βλεννογόνο της κύστης χωρίς να εισχωρεί στο μυικό της χιτώνα.
- Ο διηθητικός καρκίνος της κύστης εισχωρεί στο μυϊκό τοίχωμα και μπορεί να επεκταθεί και έξω από αυτό και να δώσει μεταστάσεις σε άλλα όργανα.
Η διαίρεση αυτή έχει μεγάλη σημασία γιατί τόσο η αντιμετώπιση όσο και η πρόγνωση διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με το στάδιο.
Το κυριότερο σύμπτωμα της νόσου είναι η αιματουρία, τα κόκκινα δηλαδή ούρα από την παρουσία αίματος.
Η αιματουρία είναι συνήθως ολική δηλαδή όλα τα ούρα είναι κόκκινα από την αρχή ως το τέλος της ούρησης, είναι ανώδυνη δηλαδή δεν συνοδεύεται από πόνο και τέλος είναι διαλείπουσα δηλαδή μπορεί να υπάρχει αίμα σε μία ούρηση και εν συνεχεία τα ούρα να είναι καθαρά για ημέρες η για πιο μεγάλο διάστημα (μήνες ή ακόμη και χρόνια).
Αυτό είναι δυστυχώς ένα πρόβλημα γιατί ο ασθενής δεν ανησυχεί ενώ η νόσος προχωρεί. Σπάνια ασθενής με καρκίνο της κύστεως δεν είχε ποτέ αιματουρία.
Άλλα συμπτώματα μπορεί να είναι η συχνουρία που δεν οφείλεται σε λοίμωξη ,ο πόνος που μπορεί να οφείλεται σε απόφραξη από πήγματα αίματος ή σε τοπική επέκταση στα προχωρημένα στάδια της νόσου, καθώς και συμπτώματα από μεταστάσεις και τα οποία είναι ανάλογα του οργάνου στο οποίο εντοπίζεται η μετάσταση.
Η αιματουρία λοιπόν είναι το κύριο σύμπτωμα χωρίς να σημαίνει πώς κάθε αιματουρία οφείλεται σε καρκίνο. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως κάθε αιματουρία, ιδιαίτερα η ανώδυνη, χρειάζεται έλεγχο ακόμη και όταν εμφανίστηκε για μία μόνο φορά και στη συνέχεια υποχώρησε.
Η διάγνωση συνήθως τίθεται εύκολα με τη βοήθεια των εξετάσεων. Οι εξετάσεις που συνήθως μας βοηθούν στη διάγνωση είναι:
- Κυτταρολογική ούρων (βρίσκουμε καρκινικά κύτταρα στα ούρα στο μικροσκόπιο)
- Υπερηχογράφημα του ανώτερου και κατώτερου ουροποιητικού (νεφρών-κύστης-προστάτη) ή αξονική τομογραφία
- Ουρηθρο-κυστεοσκόπηση, δηλαδή απευθείας επισκόπηση της ουρήθρας και της κύστης. Κατά την κυστεοσκόπηση εισάγεται στην κύστη ειδικό εργαλείο υπό τοπική ή γενική νάρκωση και έτσι μπορούμε να δούμε την αιτία της αιματουρίας (αν οφείλεται σε όγκο της κύστης, αριθμό, θέση και μέγεθος των όγκων) ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η αιματουρία οφείλεται σε υπερπλασία του προστάτη.
Η θεραπεία θα εξαρτηθεί από το είδος του καρκίνου αν δηλαδή πρόκειται για επιφανειακό η διηθητικό.
Θεραπεία επιφανειακού καρκίνου
Οι μη-διηθητικοί όγκοι της κύστης σε μεγάλο ποσοστό που φθάνει και το 80% υποτροπιάζουν στο ίδιο ή σε άλλα σημεία της κύστης επομένως σκοπός της θεραπείας είναι αφενός να αφαιρεθεί πλήρως ο όγκος και αφετέρου να προλάβουμε τυχόν υποτροπές ή και εξέλιξη του όγκου σε διηθητικό κάτι που ευτυχώς συμβαίνει λιγότερο συχνά (<20%).
Η αφαίρεση του όγκου γίνεται ενδοσκοπικά με ειδικό μηχάνημα που εισάγεται δια μέσου της ουρήθρας (διουρηθρική αφαίρεση όγκων της κύστης). Στη διάρκεια της επέμβασης αφαιρούμε από το σημείο της βάσεως του όγκου και τμήμα του μυϊκού τοιχώματος με σκοπό να δούμε εάν υπάρχει διήθηση του μυϊκού χιτώνα της κύστης.
Μερικές εβδομάδες μετά ττην επέμβαση για την πρόληψη από τις υποτροπές γίνεται έγχυση στην κύστη χημειοθεραπευτικών ή ανοσοθεραπευτικών φαρμάκων η οποία επαναλαμβάνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα για κάποιους μήνες.
Ο ασθενής επίσης υποβάλλεται σε έλεγχο με κυστεοσκόπηση για αρκετά χρόνια με σκοπό και πάλι την έγκαιρη διάγνωση των υποτροπών των όγκων της κύστης.
Θεραπεία Διηθητικού καρκίνου κύστης
Στις περιπτώσεις αυτές επειδή πρόκειται για επιθετικό καρκίνο απαιτείται άμεση και ριζική θεραπεία μετά την διουρηθρική εκτομή. Σήμερα τα καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται με τη χειρουργική θεραπεία, κατά την οποία αφαιρείται η κύστη με τον προστάτη και τους τοπικούς λεμφαδένες (ριζική κυστεκτομή) και γίνεται είτε αντικατάσταση της κύστεως με τη δημιουργία νεοκύστης από τμήμα εντέρου ώστε ο ασθενής να ουρεί φυσιολογικά από την ουρήθρα ή σε περιπτώσεις που αυτό δεν είναι εφικτό γίνεται εκτροπή των ούρων στο δέρμα (ουροστομία) και τα ούρα συλλέγονται σε ειδικό σάκο.
Τα αποτελέσματα σε ότι αφορά την επιβίωση από τη νόσο είναι πολύ καλά εφόσον η εγχείρηση γίνει στα αρχικά στάδια. Σε προχωρημένα στάδια, ή σε περιπτώσεις που ο ασθενής αρνείται την εγχείρηση ή δεν μπορεί να χειρουργηθεί για άλλους λόγους (μεγάλη ηλικία, συνύπαρξη νόσων που απαγορεύουν την επέμβαση) μπορεί να υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία με λιγότερο καλά αποτελέσματα ωστόσο σε ότι αφορά τον μακροχρόνιο έλεγχο της νόσου και την επιβίωση.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι
α) κάθε αιματουρία πρέπει να ελέγχεται χωρίς να σημαίνει πώς κάθε αιματουρία οφείλεται σε καρκίνο.
β) οι περισσότεροι καρκίνοι της κύστης είναι μη-διηθητικοί, δηλαδή περιορίζονται στο εσωτερικό τοίχωμα της κύστης και δεν εισχωρούν στο μυικό τοίχωμα, ωστόσο συχνά υποτροπιάζουν
γ) σε περίπτωση διηθητικού καρκίνου πρέπει να γίνεται γρήγορα η κυστεκτομή γιατί στα αρχικά στάδια μπορεί να οδηγήσει στην ίαση της νόσου